Στο χωριό Βουλιάστα Ιωαννίνων -περίπου 30 χιλιόμετρα μακριά από τα Ιωάννινα, πάνω στον δρόμο που συνδέει τη μεγαλύτερη πόλη της Ηπείρου με την Άρτα- συναντάμε μία πανέμορφη λίμνη, τη λίμνη Βηρού -όχι ιδιαίτερα μεγάλη (έχει διάμετρο περίπου 100 μέτρα)- με νερό βαθυγάλανο που θυμίζει περισσότερο θαλασσινό.

Ο ποταμός Λούρος, ο οποίος πηγάζει από το βουνό Τόμαρος και εκβάλλει στον Αμβρακικό Κόλπο, έχει μήκος περίπου 80 χιλιόμετρα. Για τα ελληνικά δεδομένα των ποταμών δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλος, δεν είναι καν στα 10 μεγαλύτερα ελληνικά ποτάμια σε μήκος.
Όμως, ήδη από την αρχαιότητα, η σημασία του ποταμού για τον άνθρωπο ήταν κομβική. Από τον Λούρο υδροδοτούνταν πόλεις όπως η Νικόπολη, στην οποία το 31 π.Χ. με εντολή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Οκταβιανού Αύγουστου κατασκευάστηκε ένα θαυμαστό επίτευγμα της αρχαίας τεχνολογίας, το υδραγωγείο. Με αυτόν τον τρόπο, υδροδοτήθηκε μια πόλη περίπου 150.000 κατοίκων σε απόσταση 50 χιλιομέτρων από τις πηγές του ποταμού.
Τμήματα του υδραγωγείου εξακολουθούν να είναι ορατά σε διάφορες θέσεις της ευρύτερης περιοχής, δίνοντας, έτσι, την ευκαιρία στον επισκέπτη να θαυμάσει με πόση μαεστρία αξιοποίησαν οι Ρωμαίοι την υψομετρική διαφορά μεταξύ των πηγών του Λούρου και της Νικόπολης –η οποία ανέρχεται σε περίπου 80 μέτρα. Αυτό το πέτυχαν δίνοντας ελαφριά κλίση στον αγωγό, καθώς προσέγγιζε τη θάλασσα. Μάλιστα, δημιούργησαν επιπλέον ανοίγματα εξαερισμού στις πλαγιές, αλλά και για πεσσοστοιχίες στα πεδινά τμήματα.
Στα μέσα του 4ου μ.Χ. αιώνα, ο αυτοκράτορας Ιουλιανός έδωσε εντολή για εκτεταμένες εργασίες συντήρησης και ανακατασκευής του έργου οπότε το υδραγωγείο λειτούργησε σίγουρα τα πρώτα βυζαντινά χρόνια. Αυτό συνέβη έως τα μέσα του 6ου μ.Χ. αιώνα όταν η περιοχή παρήκμασε γενικότερα και το υδραγωγείο εγκαταλείφθηκε μετά από μία τρομερή επιδρομή των Οστρογότθων.