Υεμένη: Η ζωή κάτω από τις βόμβες των αεροπλάνων

Yemen, gouvernorat de Saada, Haydan, mars 2018. Ayah (gauche) et Salah (droite) Ghani posent à l'intérieur de leur maison, bombardée en 2015 par la coalition internationale dirigée par l'Arabie Saoudite.

Στην Υεμένη ακούς πολλές φρικτές ιστορίες. Έγκυες δεν μπορούν να βγουν από τα σπίτια τους για να γεννήσουν στο νοσοκομείο. Οικογένειες παγιδεύονται σε φλεγόμενα κτίρια, επειδή έξω οι μάχες είναι σφοδρές. Οι οδομαχίες αποτελούν καθημερινό φαινόμενο.

Ο Μοχάμαντ είναι ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι στο τμήμα επειγόντων περιστατικών στο νοσοκομείο του Χαϊντάν και μισοκρύβει το πρόσωπό του με το μπράτσο του. Τα τραύματα από θραύσματα στο πόδι και την κοιλιά του είναι σοβαρά. Περιμένει σιωπηλός το ασθενοφόρο που θα τον μεταφέρει για εγχείρηση σε ένα άλλο νοσοκομείο, που απέχει μιάμιση ώρα. Ο Μοχάμαντ είναι δικαστικός υπάλληλος, δεν είναι μαχητής. Πήγαινε στο τζαμί για την προσευχή της Παρασκευής όταν χτυπήθηκε, κοντά στο Μαράν, στη βόρεια Υεμένη.

Στην Υεμένη ακούς πολλές φρικτές ιστορίες. Έγκυες δεν μπορούν να βγουν από τα σπίτια τους για να γεννήσουν στο νοσοκομείο. Οικογένειες παγιδεύονται σε φλεγόμενα κτίρια, επειδή έξω οι μάχες είναι σφοδρές. Οι οδομαχίες αποτελούν καθημερινό φαινόμενο. Ελεύθεροι σκοπευτές έχουν εγκατασταθεί πάνω σε κτίρια κατοικημένων περιοχών.

«Περπατούσα στον δρόμο, κι ύστερα ξύπνησα εδώ. Ήταν βόμβα ή ρουκέτα; Δεν έχω ιδέα» λέει ο Μοχάμαντ. ‘Έχασε τις αισθήσεις του από το χτύπημα, αλλά τον βοήθησαν κάποιοι περαστικοί και τον έφεραν με αυτοκίνητο στο νοσοκομείο του Χαϊντάν, όπου οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα σταθεροποιούν τους τραυματίες πολέμου πριν τους παραπέμψουν σε ένα από τα νοσοκομεία στη Σάαντα.

Από το 2015 ένας σφοδρός πόλεμος μαίνεται στην Υεμένη. Τους τελευταίους έξι μήνες οι συγκρούσεις έχουν κλιμακωθεί σε διάφορα σημεία της χώρας. Στην πόλη Ταΐζ οι βιαιότητες έχουν αγγίξει κόκκινο. Βομβιστικές επιθέσεις και πυρά πλήττουν αμάχους και στρατιώτες από όλες τις αντιμαχόμενες πλευρές.

16.749 αεροπορικές επιδρομές μέσα σε τρία χρόνια

Σύμφωνα με το ανεξάρτητο παρατηρητήριο Yemen Data Project, τα τελευταία τρία χρόνια έχουν γίνει 16.749 αεροπορικές επιδρομές στην Υεμένη, δηλαδή κατά μέσο όρο 15 την ημέρα. Σχεδόν το ένα τρίτο των επιδρομών έχει πλήξει μη στρατιωτικούς στόχους, δηλαδή δημόσιες υποδομές, αγορές, σπίτια και οχήματα αμάχων.

H Κουσόρ είναι 19 χρονών και δεν έχει γνωρίσει σχεδόν τίποτε άλλο πέρα από τον πόλεμο. Το Μαράν, η πόλη όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, ήταν πεδίο σφοδρών συγκρούσεων στη διάρκεια του πολέμου της Σάαντα, από το 2004 έως το 2010. Περίμενε μιάμιση ώρα στην άκρη του δρόμου μέχρι να βρει ένα αυτοκίνητο να τη μεταφέρει μαζί με τον γιο της στο νοσοκομείο του Χαϊντάν. Ο Ναμπίλ είναι μόλις έξι εβδομάδων και τις τελευταίες μέρες είχε δυσκολία στην αναπνοή. Εξαιτίας των καθημερινών αεροπορικών επιδρομών, δεν υπάρχουν πολλά μεταφορικά μέσα στην περιοχή και οι διαθέσιμες επιλογές κοστίζουν, οπότε οι κάτοικοι είναι αναγκασμένοι να παίρνουν δύσκολες αποφάσεις.

«Είναι πολύ δύσκολο για τους ανθρώπους στο Μαράν να μετακινηθούν. Είτε δεν υπάρχουν διαθέσιμα οχήματα επειδή ο βομβαρδισμός είναι σφοδρός είτε δεν έχουμε να πληρώσουμε για τη μεταφορά» λέει η Κουσόρ. Το ταξίδι έπρεπε να γίνει οπωσδήποτε, και ο Ναμπίλ πρέπει να μείνει μία εβδομάδα στο νοσοκομείο λόγω της κακής κατάστασης της υγείας του.

Αυτός ο πόλεμος που κρατά πάνω από τρία χρόνια έχει αφήσει εκατομμύρια ανθρώπους χωρίς τα απαραίτητα μέσα για την επιβίωσή τους. Οι συγκρούσεις, η φτώχεια, οι αυξανόμενες τιμές των βασικών προϊόντων, όπως τα καύσιμα και τα τρόφιμα, τα ανεπαρκή επίπεδα ανθρωπιστικής βοήθειας και οι περιορισμοί στις εισαγωγές έχουν επιδεινώσει την ήδη δύσκολη κατάσταση.

Το σύστημα υγείας έχει καταρρεύσει, αφήνοντας χώρο σε σοβαρές επιδημίες, όπως χολέρα και διφθερίτιδα, να εξαπλωθούν στον πληθυσμό. Η απουσία νοσοκομείων, η έλλειψη εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού, εξοπλισμού, φαρμάκων και ιατρικών προμηθειών, καθώς και η απουσία κεφαλαίων για την αποπληρωμή του προσωπικού που υπάρχουν, έχουν θέσει τις ζωές χιλιάδες ανθρώπων σε κίνδυνο.

Οι περισσότεροι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν μείνει σχεδόν δύο χρόνια χωρίς μισθούς, γεγονός που προσθέτει ακόμη μεγαλύτερη πίεση στον ήδη ευάλωτο πληθυσμό της χώρας που δεν μπορεί πλέον να καλύψει τις βασικές του ανάγκες.

Την ίδια ώρα και ενώ οι ανάγκες των ανθρώπων σε όλη τη χώρα είναι ολοένα αυξανόμενες, η ανθρωπιστική βοήθεια φτάνει μετ’ εμποδίων, καθώς ολόκληρες περιοχές παραμένουν αποκλεισμένες και η πρόσβαση σε αυτές είναι εξαιρετικά δύσκολη. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έχουμε αντιμετωπίσει πολλές φορές εμπόδια να εργαστούμε στην Υεμένη. Επίσης η οργάνωση είναι από τις λίγες που βρίσκονται στη χώρα και προσφέρουν ανθρωπιστική βοήθεια, χωρίς να μπορεί φυσικά να καλύψει όλες τις ανάγκες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αποκλείονται από τη βασική φροντίδα υγείας χιλιάδες άνθρωποι που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση.

Χολέρα και διφθερίτιδα: Δύο κρίσεις μέσα στην κρίση

Η επιδημία χολέρας που ξέσπασε στη χώρα το 2017 αποτελεί μία από τις τραγικές συνέπειες του πολέμου. Μέσα σε ένα χρόνο οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα περιθάλψαμε 101.475 ασθενείς στα εξειδικευμένα θεραπευτικά κέντρα που λειτουργούμε στη χώρα.

Ενώ η επιδημία άρχισε να υποχωρεί, τον φετινό Ιούνιο έφτασαν στις ομάδες της οργάνωσης 698 ύποπτα κρούσματα χολέρας, κυρίως στην επαρχία Αντ Νταλέ και τον Ιούλιο 807 ασθενείς, εκ των οποίων 723 παιδιά κάτω των πέντε ετών.

Μέσα στο 2017 οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα ξεκίνησαν να βλέπουν και τους πρώτους ασθενείς με διφθερίτιδα, μία ξεχασμένη νόσο. Περίπου το 70% των ύποπτων κρουσμάτων παρουσιάστηκαν στην περιοχή Ιμπ και τα υπόλοιπα σε άλλες 15 επαρχίες της χώρας.

«Η διφθερίτιδα έχει εξαλειφθεί από τις περισσότερες χώρες μετά από εκστρατείες συστηματικού εμβολιασμού των παιδιών και πλέον είναι μια ξεχασμένη ασθένεια. Ακόμη και στην Υεμένη, το τελευταίο κρούσμα διφθερίτιδας είχε καταγραφεί το 1992 και η τελευταία επιδημία το 1982. Ωστόσο, το σύστημα υγείας της Υεμένης έχει γυρίσει πολλές δεκαετίες πίσω εξαιτίας του συνεχιζόμενου πολέμου και του αποκλεισμού» λέει ο Μαρκ Ποντσίν, συντονιστής επείγουσας παρέμβασης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Ιμπ.

Σε απάντηση των αυξανόμενων ιατρικών και ανθρωπιστικών αναγκών της χώρας οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έχουμε κλιμακώσει τις δράσεις μας στην Υεμένη από το 2017. Αυτή τη στιγμή οι ομάδες μας εργάζονται σε 13 νοσοκομεία και κέντρα υγείας και υποστηρίζουν πάνω από 20 νοσοκομεία και κέντρα υγείας σε 12 επαρχίες με περίπου 1.616 άτομα ντόπιο προσωπικό και 92 άτομα διεθνές προσωπικό. Η Υεμένη είναι μία από τις μεγαλύτερες αποστολές των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στον κόσμο από την άποψη του προσωπικού αλλά και του κόστους των προγραμμάτων.

Μόνο με τη δική σας υποστήριξη μπορούμε να συνεχίσουμε να βρισκόμαστε δίπλα σε αυτούς τους ανθρώπους που αγωνίζονται να συνεχίσουν τη ζωή τους μέσα στα συντρίμμια.

Πηγή: περιοδικό “Χωρίς Σύνορα”, τεύχος 99

 

Facebook Comments

POST A COMMENT.